Πέμπτη 21 Αυγούστου 2014

Ο καιρός είναι γυναίκα

Dance. Artwork by George Tooker
Παράξενο καλοκαίρι, δύστροπο σαν θηλυκό, άστατο. Ο καιρός είναι γυναίκα! Ζεστός, ιδρωμένος, σαν αποτριχωμένες γάμπες που σφίγγουν και τυλίγονται γύρω από κάποιο ανδρικό αφυδατωμένο κορμί. Καύσωνας, σαν φλογερή ανάσα που ξεστομίζει βρομόλογα και βογκητά, καθώς σέρνονται και γλιστράνε τα μαυρισμένα δέρματα πάνω σε άσπρα, τσαλακωμένα κι αλατισμένα κλινοσκεπάσματα ενός φτηνού ενοικιαζόμενου δωματίου. Προσοχή : Οι καμαριέρες γνωρίζουν τα μυστικά σας! Περίεργες και βιτσιόζες, συγυρίζουν και καθαρίζουν. Αλλάζουν τις πετσέτες, ανανεώνουν τα σαπουνάκια κι αδειάζουν το καλάθι της τουαλέτας. Έπειτα σηκώνουν τα σεντόνια ψηλά και κάνουν τον απολογισμό της νυχτιάς που πέρασε, εξετάζοντας τα ευρήματα με ζήλο ιατροδικαστή.


Η ταμπέλα απ’ έξω απ’ τα ντουβάρια γράφει με γαλάζια μπογιά και χέρι ανθρώπου “Rooms to let” κι από κάτω διάφορες πληροφορίες σε ανορθόγραφα αγγλικά. Τούτη την στιγμή, λίγο χιλιόμετρα παραπέρα, ίσως στον κακοτράχαλο, φιδίσιο δρόμο για τη Χώρα, ίσως πάλι και στο απέναντι νησί, κάποιο ζευγάρι περνά στην ανυπαρξία, καθώς το νοικιασμένο σκούτερ αποκτά νοημοσύνη δίτροχου επαναστατημένου μηχανήματος και βούληση αποφασισμένου αυτόχειρα. Βγαίνει απ’ το οδόστρωμα εκτοξεύοντας πίσω του χαλίκια  – Διάβολε πως βρέθηκαν εκεί καταμεσής του δρόμου; – χαρίζει για λίγο την ψευδαίσθηση πως αιωρείται πάνω απ’ τη τρομαχτική χαράδρα και τέλος ξαπλώνει βάφοντας κόκκινους με αίμα τους βλαστούς ενός Asparagus aphyllus

Όλα αυτά τα ξέρω, όλα αυτά μπορώ και τα γνωρίζω από μακριά. Δεν ταξιδεύω. Διαθέτω όμως το χάρισμα. Παρατηρώ, διαισθάνομαι από την ψυχραιμία και την ασφάλεια της μεγάλης κι αδειανής, αυγουστιάτικης  πόλης. Της πόλης που εγκαταλείφθηκε ξαφνικά, που μοιάζει να δέχτηκε επίθεση ή πανδημία. Σηκώθηκα μεσημέρι. Με ένστικτο υπνοβάτη  – ή μήπως τυφλού; – βρήκα τα βήματα πατώντας στους αρμούς των πλακιδίων, σέρνοντας τα ξυπόλητα πόδια μου μέχρι το σιδερένιο κουφάρι του ψυγείου. Μονάχα νερό και σταφύλια. Σημείωσα πρόχειρα, πάνω στον φάκελο ενός ληξιπρόθεσμου λογαριασμού του ηλεκτρικού :

«Σταφύλια φρούτα μελαγχολικά, προάγγελοι του Σεπτέμβρη». 

Ξεδίψασα κι έφαγα. Μέχρι το βράδυ δεν έπραξα απολύτως τίποτα, παρά μόνο έπαιζα με τις θέσεις και τις ταχύτητες στην ένταση του ανεμιστήρα. Γυρνώντας τον διακόπτη συνέχεια και νευρικά  -Θέση 1., Θέση 2., Θέση 3.- αυξομείωνα τη δύναμη του καυτού αέρα που μαστίγωνε το πρόσωπό μου μέσα στο θλιβερό δωμάτιο, βλέποντας μέσα στις στροφές της προπέλας που γυρνούσε μανιασμένη, κάθε ξεχωριστή μέρα της τριαντάχρονης ζωής μου.

Ώσπου αργά το βράδυ δρόσισε και ξεχύθηκα στους δρόμους, ψάχνοντας για μια νέα ιστορία δυνατή, όπως ψάχνει για νερό ο ναυαγός στο ξερονήσι. Λειψυδρία! Ξάφνου μια παρέα νεαρές ιέρειες της  Ήβης, ντυμένες σε άμφια τζιν σορτσάκια, διέσχισε την έρημη λεωφόρο. Τρεκλίζανε, παραπατούσαν. Μαγκιά και βρισίδι στους λίγους περαστικούς. Τόσο νέες μα και τόσο διαλυμένες από δύσοσμο κρασί, πρέζα κι άλλα φθηνά ναρκωτικά. Το χάος την έκανε από το φανταχτερό κέντρο. Το χάος είχε πληρώσει το νοίκι του, είχε παραδώσει κλειδιά και με μια εφημερίδα αγγελιών στο χέρι, έψαχνε για διαμέρισμα στο φτωχικό προάστιο. Τότε άνοιξαν οι ουρανοί. Βρόχινο νερό που το τσιμέντο δεν μπορούσε να ρουφήξει, μυρωδιά χώματος που το ρουθούνι δεν μπορούσε να απολαύσει. Μούσκεμα, μόνος μου, λίγο χαζός, λίγο αστείος, τέλη Αυγούστου. Ο καιρός ήταν γυναίκα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου